πονοψυχιά

πονοψυχιά
η сострадание, сочувствие

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "πονοψυχιά" в других словарях:

  • πονοψυχία — η, ΝΑ, πονοψυχιά, Ν νεοελλ. ευσπλαγχνία, συμπόνια, οίκτος αρχ. πόνος ψυχής, θλίψη. [ΕΤΥΜΟΛ. < πόνος + ψυχία (< ψυχος < ψυχή), πρβλ. μεγαλο ψυχία] …   Dictionary of Greek

  • έλεος — το ελέους, πληθ. ελέη,1. οίκτος, ευσπλαχνία, συμπόνια, πονοψυχιά. 2. φιλανθρωπία, ελεημοσύνη, βοήθημα: Αδερφές του ελέους. 3. απόλυτη διάθεση, αυθαίρετη θέληση: Οι άμαχοι βρέθηκαν στο έλεος των κατακτητών. 4. ούτε ελάχιστο, ούτε όσο αρκεί για… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σπλαχνιά — η λύπηση, πονοψυχιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψυχοπόνια — η συμπάθεια, πονοψυχιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»